Στα σχεδόν 50 χρόνια της μεταπολιτευτικής ιστορίας της χώρας, μόνο μία φορά έχει ξανασυμβεί να αναμετρώνται στις εκλογές ένας νυν κι ένας πρώην πρωθυπουργός: Η προηγούμενη ήταν το 1993, με την αναμέτρηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη – Ανδρέα Παπανδρέου. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο εν ενεργεία πρωθυπουργός είχε να αντιμετωπίσει έναν αντίπαλο που δεν είχε δοκιμαστεί στο αξίωμα, άρα είχε το πλεονέκτημα του «άφθαρτου» που δικαιούται μια ευκαιρία.

Αυτό δεν ισχύει σήμερα και είναι φανερό ότι ο Μητσοτάκης θέλει να το υπενθυμίζει στο εκλογικό σώμα, ζητώντας τη σύγκριση με τον Τσίπρα. Θέτει δε το δίλημμα των εκλογών, που είναι: Κυβέρνηση ΝΔ με πρωθυπουργό Μητσοτάκη ή κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ με πρωθυπουργό Τσίπρα;

Από την άλλη, με το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Αλλαγή», που θέτει τώρα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης (συνέχεια των όσων επιδιώκει να οικειοποιηθεί από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου), ο στόχος είναι διπλός: αφενός να αποφευχθεί η σύγκριση Μητσοτάκη – Τσίπρα και αφετέρου να εμφανιστεί ο σημερινός αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως ηγέτης ενός ευρύτερου μετώπου που επιδιώκει ένα και μόνο πράγμα: Να φύγει ο Μητσοτάκης! Στο σημείο μάλιστα αυτό, σε απόλυτη σύμπλευση μαζί του, συμφωνεί και ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης, του οποίου στόχος είναι να μη γίνει πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης.

Η σημερινή στρατηγική του Τσίπρα δεν απέχει πολύ από αυτήν που τον έφερε στην εξουσία το 2015. Μόνο που τότε ο αντίπαλος –αν και ήταν στην πραγματικότητα… ένας– είχε πολλά πρόσωπα: το μνημόνιο, το παλιό πολιτικό σύστημα, οι Σαμαροβενιζέλοι, τα κακά ΜΜΕ, τα συμφέροντα! Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η μεθοδολογία όμως δεν αλλάζει. Ούτε καν η ρητορική. Υπάρχουν ο Πολάκης και άλλοι Συριζαίοι που μιλούν για τα «βοθροκάναλα», επιστρατεύτηκε ο Αντώναρος ως ο νέος εκ δεξιών εταίρος και… «όλοι οι καλοί χωράνε» στο λαϊκό μέτωπο. Μόνο που, όσο κι αν μένουν ίδιες η μεθοδολογία και η ρητορική, έχει αλλάξει άρδην η πολιτική πραγματικότητα. Και το «μέτωπο» –ακόμη και στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ– δεν είναι συμπαγές. Φαντάζεστε, ας πούμε, τον Ανδρέα Λοβέρδο να συνεργάζεται μετεκλογικά με τον Αντώναρο; Από την άλλη πλευρά, ο Βαρουφάκης δεν σκοπεύει να επιχειρήσει ξανά το οικονομικό του όραμα παρέα με τον Τσίπρα, ο Κουτσούμπας ακούει περί μετώπου και απαντάει «αυτοί είστε». Ακόμη κι ο Βελόπουλος, τον οποίο θεωρητικά δεν αποκλείουν στην Κουμουνδούρου, αν δείξει πρόθυμος να συμβάλει στην «Αλλαγή», δεν το σκέφτεται καν! Τι μένει: «Μητσοτάκης ή Αλλαγή» σημαίνει στην πράξη «Μητσοτάκης ή Τσίπρας».

Στην πραγματικότητα το δίλημμα είναι το ίδιο, ο διαφορετικός τρόπος, όμως, με τον οποίο το διατυπώνουν οι δύο πολιτικοί αρχηγοί, είναι αποκαλυπτικός για δύο βασικούς λόγους: Πρώτον, γιατί δείχνει ποιος επιδιώκει τη μεταξύ τους σύγκριση και ποιος επιθυμεί να την αποφύγει. Και, δεύτερον, γιατί επιβεβαιώνει ότι και οι δύο θεωρούν δεδομένη τη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων στις εκλογές, έτσι όπως την αποτυπώνουν οι δημοσκοπήσεις, δηλαδή πρώτη η ΝΔ, με πιθανότητα αυτοδυναμίας, και δεύτερος ο ΣΥΡΙΖΑ.

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο