Σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο οικονομικά περιβάλλον διεθνώς, εξ αιτίας και των γεωπολιτικών κρίσεων και όχι μόνο, η επαναχάραξη της εξαγωγικής πολιτικής της χώρας στο πλαίσιο της εκπόνησης του Εθνικού Στρατηγικού Σχεδίου Εξωστρέφειας για το 2025 πρέπει να εμπεριέχει τα στοιχεία της ελαστικότητας αλλά και προσαρμοστικότητας στα νέα δεδομένα και τις απαιτήσεις των χωρών-στόχων.
Η χάραξη του νέου ΕΣΣΕ πρέπει να αξιοποιηθεί σε πραγματικό χρόνο, ο όγκος των πληροφοριών για τις «εισαγωγικές ανάγκες» άλλων χωρών, αλλά και των πληροφοριών εκείνων που αποκαλύπτουν τα κενά στα οποία στοχεύει ο ανταγωνισμός για να κερδίσει μεγαλύτερο κομμάτι της πίτας. Καθίσταται προφανές ότι σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον η σε πραγματικό χρόνο αξιοποίηση των πληροφοριών απαιτεί έναν νέο μηχανισμό άμεσης ανταπόκρισης για τη συλλογή και προώθηση πληροφοριών, συσχετισμένων παράλληλα με το τι κάνει και πώς κινείται ο ανταγωνισμός από άλλες χώρες στις συγκεκριμένες αγορές-στόχους. Η έγκαιρη και, κυρίως, η ορθή πληροφόρηση έχει αποδειχθεί ότι αποτελεί το κλειδί της ανταγωνιστικότητας για όλες τις δραστηριότητες.
Σήμερα οφείλουμε να εστιάσουμε στο τρίπτυχο που αφορά το ενεργειακό κόστος, τον αναπτυξιακό νόμο και τις ξένες επενδύσεις. Το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς έχει επισημάνει πλειστάκις τη σημασία μείωσης του ενεργειακού κόστους, το οποίο επιδρά στη διαμόρφωση της τελικής τιμής του προϊόντος που παράγεται, άρα και της ανταγωνιστικότητας στις διεθνείς αγορές. Όπως και της αναγκαιότητας να δοθεί η δυνατότητα σε ενεργοβόρες επιχειρήσεις να επενδύσουν στις ΑΠΕ, είτε κατά μόνας είτε σε συνεργασία με άλλες ομοειδείς, προκειμένου να καλύψουν μέρος ή και το σύνολο της ενέργειας που καταναλώνουν, καθιστώντας την απόσβεση της επένδυσης διπλά επωφελή. Η φθηνή ενέργεια, πρώτον, θα επιδρούσε στο τελικό κόστος παραγωγής, άρα πώλησης και εξαγωγής προϊόντων, και δεύτερον θα δημιουργούσε μία νέα βιομηχανική δυναμική ανοίγοντας παράλληλα νέες θέσεις εργασίας. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και δεν μπορούμε να μιλάμε αόριστα για αύξηση των εξαγωγών αν δεν προσδιορίσουμε τώρα εκείνο το πλαίσιο που θα δώσει τη δέουσα ώθηση αλλά και θα μπορεί να απαντήσει στις μελλοντικές προκλήσεις. Τα στοιχεία έδειξαν ότι το πρώτο εξάμηνο του 2024 με τη μείωση των εξαγωγών το εμπορικό έλλειμα αυξήθηκε σε 6,5% του ΑΕΠ, φτάνοντας τα 8,82 δισ. ευρώ. Η διατήρηση του ελλείµµατος τρεχουσών συναλλαγών σε υψηλά επίπεδα προβληματίζει σοβαρά και πρέπει να αντιµετωπιστεί µε νέες µεταρρυθµίσεις και επενδύσεις, που θα ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονοµίας.
Η επιχειρηματική ανταγωνιστικότητα «περνά μέσα» από τα δίκτυα και την αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας. Το φετινό καλοκαίρι λειτούργησε ως crash test για το ηλεκτρικό δίκτυο διανομής, καθώς διαπιστώθηκε υπερφόρτωσή του από εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας προερχόμενης από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, σε βαθμό μάλιστα να απειληθεί με black out, γεγονός που φαντάζει οξύμωρο. Επί της ουσίας εκείνο που διαπιστώθηκε είναι ότι η σημερινή χωρητικότητα του δικτύου δεν μπορεί να απορροφήσει νέες ΑΠΕ, γεγονός που εντείνει την ανάγκη για επέκταση και εκσυγχρονισμό του. Η διαπίστωση ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο περί προτεραιότητας των επενδύσεων στην αποθήκευση και διανομή φθηνού ρεύματος. Η διασφάλιση ισορροπημένης κατανομής της χωρητικότητας του δικτύου αλλά και της αύξησης της χωρητικότητάς του αποκτά σημασία στρατηγική για τις ελληνικές επιχειρήσεις του εξαγωγικού τομέα και όχι μόνο. Η ενεργειακή ασφάλεια, η οικονομικά προσιτή ηλεκτρική ενέργεια και η βιομηχανική ανταγωνιστικότητα δεν προσφέρονται για ατέρμονες συζητήσεις, ούτε για πολιτικές αντιπαραθέσεις, αν δεν θέλουμε να βιώσουμε ένα ισχυρό σοκ ηλεκτροπληξίας στη λειτουργία των επιχειρήσεων.
Με τη χώρα να διαμορφώνει ένα φιλικότερο, σε σχέση με το παρελθόν, επενδυτικό περιβάλλον καθίσταται αναγκαία η αναμόρφωση της πολιτικής προσέλκυσης επενδύσεων από το εσωτερικό και εξωτερικό, με προφανή στόχο την ενδυνάμωση των εξαγωγικών δραστηριοτήτων μέσα από την ανάπτυξη συνεργειών με επιχειρήσεις που διατηρούν υπενδεδυμένα κεφάλαια από ίδιες «πηγές». Το παράδειγμα της αναζωογόνησης του ναυπηγικού τομέα της χώρας με επενδύσεις κεφαλαίων είναι το πλέον χαρακτηριστικό για το πού θα πρέπει να οδηγηθούν οι προσπάθειες και με δεδομένο ότι οι δραστηριότητες που αναπτύσσονται στα ναυπηγεία έχουν εξαγωγικό κυρίως χαρακτήρα. Η ελληνική ναυπηγική βιομηχανία με την παγκόσμια εμβέλεια που διαθέτει πλέον μπορεί να μας δώσει τη δυνατότητα να κάνουμε «εξαγωγές στην αυλή μας». Αλλά και εκεί βασική προϋπόθεση είναι η βιομηχανία αυτή να κινηθεί με ευρωπαϊκούς ανταγωνιστικούς όρους και προϋποθέσεις ώστε να μη χαθεί εν τη γενέσει της η δυναμική αυτής της επανεκκίνησης και άρα της ανταγωνιστικότητας όχι μόνο σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και σε παγκόσμιο.
Όσο και αν ακούγεται παράξενο, στη διαμόρφωση του εξαγωγικού πλαισίου πρέπει να ενυπάρχει και η «παράγραφος κρουαζιέρα». Οι κατάπλοι κρουαζιερόπλοιων σε δημοφιλείς ελληνικούς προορισμούς ουσιαστικά συνδράμουν στην «εξαγωγή» τμημάτων από το συνολικό τουριστικό προϊόν της χώρας. Ωστόσο, σύμφωνα με τις εταιρείες-μέλη της CLIA που λειτουργούν στην Ελλάδα, τα έξοδα ανά επιβάτη σε κάθε λιμάνι επιβίβασης στη χώρα μας μπορεί να φτάσουν τα 400 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσό στα λιμάνια που επισκέπτονται τα κρουαζιερόπλοια εκτιμάται στα 100 ευρώ. Επιπλέον, τα έξοδα ανεφοδιασμού, συντήρησης και προμήθειας των πλοίων είναι ένα πρόσθετο, πολύ σημαντικό έσοδο για τη χώρα, καθώς επί της ουσίας πρόκειται για εξαγωγές. Τα στοιχεία της ΤτΕ είναι ενδεικτικά, καθώς η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση το διάστημα του πρώτου εξαμήνου του 2024 αυξήθηκε κατά 15,5%, ενώ οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν χαμηλότερη αύξηση κατά 12,2%, καθώς η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε 3,1% σε σύγκριση πάντα με την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Παράλληλα η γκρίνια για τα φαινόμενα υπερτουρισμού αυξάνεται την ίδια ώρα που αυξάνεται και ο προβληματισμός από τα στοιχεία για την πορεία του εμπορικού ελλείμματος, τα οποία δείχνουν περαιτέρω αύξηση.
Στην κυβέρνηση έχει ξεκινήσει η συζήτηση για τον έλεγχο του υπερτουρισμού, αλλά στις παραγωγικές τάξεις η συζήτηση και φέτος περιστρέφεται στο αν και κατά πόσον η τουριστική κίνηση συμβάλει καθοριστικά στον τζίρο των επιχειρήσεων που περιστρέφονται γύρω από τις τουριστικές δραστηριότητες και όχι μόνο. Επιπροσθέτως τα Επιμορφωτικά Προγράμματα για την πρόσβαση των επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές είναι σίγουρο ότι θα συμβάλουν τα μέγιστα, αλλά εκ των πραγμάτων σήμερα απαιτείται η δημιουργία ενός «εργαλείου» στο πλαίσιο της εξωστρεφούς πολιτικής που να στοχεύει στην ενεργοποίηση των επιχειρήσεων ανεξαρτήτως μεγέθους με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Η εξαγωγική κουλτούρα, για μία σειρά λόγους που σχετίζονται με το περιβάλλον της ελληνικής οικονομίας, δεν καλλιεργήθηκε όσο θα έπρεπε. Ούτε εμπεδώθηκαν στον βαθμό που θα έπρεπε στις διεθνείς αγορές τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ελληνικών προϊόντων, ώστε να αυξηθούν η ζήτηση και αντίστοιχα η παραγωγή τους. Δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω ότι τα ελληνικά προϊόντα δεν στερούνται ποιοτικών χαρακτηριστικών σε σύγκριση με ομοειδή ανταγωνιστικά τους, ενώ σε πολλές των περιπτώσεων είναι και υπέρτερα. Στερούνται όμως εκείνης της «ώθησης» που είναι απαραίτητη για να καταπολεμηθούν «φοβικά σύνδρομα».
Εξωστρέφεια, ποιότητα και καινοτομία είναι τα «όπλα στη μάχη» των εξαγωγών. Ένα καλό ελληνικό προϊόν μπορεί να «κουμπώσει» με ένα άλλο προϊόν και να δημιουργηθεί μια νέα υπεραξία. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε «μονοδιάστατα» στις εξαγωγές. Η πρόσβαση σε διεθνείς σύγχρονες πρακτικές διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεών μας και οφείλουμε να επεκταθούμε σε ξένες αγορές και να σφυρηλατήσουμε νέες εμπορικές σχέσεις. Η επιμελητηριακή κοινότητα σε συνεργασία με το Enterprise Greece μπορούν να αξιοποιήσουν την εμπειρία που διαθέτουν και να δώσουν έναν νέο βηματισμό στις εξαγωγές προς πάσα κατεύθυνση. Αυτή η εμπειρία είναι πολύτιμη για την επιχειρηματικότητα, εάν βεβαίως αξιοποιηθεί σωστά και άμεσα, ώστε σε συνδυασμό με την αυξανόμενη εξωστρέφεια της οικονομίας να ενδυναμώσει και να καθιερώσει τις ελληνικές εξαγωγές. Σε επίρρωση του ανωτέρω το ΕΒΕΠ, έχοντας «ανοικτές τις πόρτες του» έχει υποδεχθεί αρκετές επιχειρηματικές αλλά και διπλωματικές αποστολές στις συναντήσεις των οποίων έχει καταγραφεί η διάθεση «συνεργασίας», κυρίως σε εξαγωγικές δραστηριότητες ελληνικών επιχειρήσεων, τα μεγέθη ενδιαφέροντος κατά περίπτωση αλλά και τα ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά που είναι απαιτητά, καθώς και τα προβλήματα που λειτουργούν ενίοτε ανασχετικά στις εξαγωγικές δραστηριότητες των ελληνικών επιχειρήσεων.
Βασίλης Κορκίδης πρόεδρος ΕΒΕΠ
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Political»