H έμφυλη βία αποτελεί σοβαρό κοινωνικό φαινόμενο δεκαετιών και συνιστά μία από τις σοβαρότερες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δυστυχώς σχετίζεται με αντιλήψεις βαθιά ριζωμένες σε μερίδα της κοινωνίας, όπου κυριαρχούν προκαταλήψεις λόγω φύλου, έμφυλα στερεότυπα και η συνεχής εκδήλωση των ιστορικά άνισων σχέσεων εξουσίας, με τεράστιο αντίκτυπο στα θύματα, τις οικογένειές τους και τις κοινωνίες τους. Η σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης) αναγνωρίζει αυτήν τη διαρθρωτική φύση της έμφυλης βίας, καθώς και τις παραμέτρους που την ενισχύουν, είτε είναι νομικές είτε πολιτισμικές.
Η αλματώδης τεχνολογική ανάπτυξη συνέβαλε και στην εμφάνιση της έμφυλης βίας στο διαδίκτυο, φαινόμενο που επίσης έχει ισχυρό αντίκτυπο σε θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, αφού το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αναφέρει σε πρόσφατη έκθεσή του πως τα θύματα βιώνουν υψηλότερα επίπεδα φόβου και αισθήματος αδυναμίας αντίδρασης στην κακοποίηση. Η διαδικτυακή παρενόχληση, μέσω της επίμονης παρακολούθησης του ιδιωτικού βίου ή της καταγραφής ιδιωτικών στιγμών, συνιστούν νέες μορφές βίας, εξίσου επώδυνες, διότι ο δράστης συχνά εμφορείται από την αίσθηση της παντοδυναμίας που θεωρεί ότι του εξασφαλίζει η ανωνυμία του διαδικτύου.
Στην Ελλάδα, για αρκετό χρονικό διάστημα επικράτησαν «αφελείς» αντιλήψεις, που συνέδεαν τις εγκληματικές πράξεις αποκλειστικά με τη φτώχεια και τις ανισότητες -προσβάλλοντας κάθε μη εύπορο πολίτη- και απαξίωναν όσους υπογράμμισαν την ανάγκη αυστηρών ποινών και άρσης της αίσθησης ατιμωρησίας.
Ωστόσο, το τελευταίο χρονικό διάστημα έχουν ληφθεί σοβαρές νομοθετικές πρωτοβουλίες που ενθαρρύνουν τα θύματα να τερματίζουν τη σιωπή και την ανοχή στη βία, όπως η ίδρυση Γραφείων Ενδοοικογενειακής Βίας και η θέσπιση του «κουμπιού πανικού» (panic button), αλλά και η αυστηροποίηση των ποινών για τους παραβάτες της σχετικής νομοθεσίας. Με τον ν. 5090/2024 ο νομοθέτης προτεραιοποίησε τη θωράκιση της οικογένειας με την ενίσχυση των μέσων κοινωνικής αποκατάστασης των θυμάτων, την αυστηρότερη ποινική αντιμετώπιση των δραστών και η ενθάρρυνση των επαγγελματιών να καταγγέλλουν περιστατικά.
Με τον ν. 5172/2025 τα θύματα θωρακίζονται ακόμα περισσότερο νομικά, διότι θεσπίζεται το αξιόποινο σε σύγχρονες μορφές εγκλημάτων που στρέφονται σε βάρος γυναικών και παιδιών, διευρύνεται η έννοια της ενδοοικογενειακής βίας και οι ποινές για αντίστοιχα εγκλήματα εκτελούνται εκτίονται χωρίς δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής, ενώ προβλέπεται προσωρινή κράτηση για σοβαρά πλημμελήματα που εμπίπτουν στην ενδοοικογενειακή βία.
Παράλληλα, προβλέπεται η αυστηρή αντιμετώπιση του «doxing», της ειδικής μορφής υποκίνησης αορίστου αριθμού προσώπων μέσω διαρροής πληροφοριών προσωπικού χαρακτήρα του θύματος με τη χρήση τεχνολογικών και επικοινωνιακών μέσων, για να του προκαλέσει βλάβη, με σοβαρές ποινικές κυρώσεις για τον δράστη. Πρόκειται για ρύθμιση που ιεραρχεί ψηλά την ψηφιακή βία και τη ρητορική μίσους (hate speech), στέλνοντας το μήνυμα ότι κανένας «ανώνυμος δράστης» δεν θα μένει πλέον ατιμώρητος. Η ύπαρξη σαφών ποινικών επιπτώσεων ενισχύει την κοινωνική αντίληψη ότι οι συμπεριφορές έμφυλης βίας είναι παράνομες και αποδοκιμαστέες από τον ποινικό νομοθέτη και την Πολιτεία.
της Παταπίας Καπράλου
Πολιτεύτρια Β3 Νοτίου Τομέα Αθηνών με τη ΝΔ, δικηγόρος με ειδίκευση στο Δημόσιο Δίκαιο