Πέρυσι, αρχές Σεπτεμβρίου, επιστρέφοντας από την καλοκαιρινή του ανάπαυλα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης με μια εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του (Kontra) προέβλεπε έναν κολασμένο κοινωνικά χειμώνα. «Θα υπάρξουν χιλιάδες νοικοκυριά τα οποία θα βρεθούν εκτός προϋπολογισμού… Θα βρεθούμε σε έναν χειμώνα κοινωνικής κόλασης», έλεγε.

Η κοινωνική κόλαση βέβαια δεν ήλθε, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον ΣΥΡΙΖΑ να… διαβεβαιώσει εκ νέου, σχολιάζοντας το κυβερνητικό πακέτο μέτρων για τη μεσαία τάξη και τους νέους, που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ, ότι οι «πολίτες τώρα οδηγούνται σε καθημερινή φτωχοποίηση», αφού οι ελαφρύνσεις «αφορούν τους πλούσιους», τον δε κ. Τσίπρα να προβλέψει και για φέτος, σε μια νέα (προ 15ημέρου) εφ’ όλης της ύλης συνέντευξή του (Open), έναν «άγριο χειμώνα για τα λαϊκά στρώματα και τη μεσαία τάξη». Ο σκοπός βεβαίως προφανής: Αν προηγηθεί, όπως ελπίζουν εκεί στην Κουμουνδούρου, ένας «άγριος χειμώνας» και την άνοιξη του 2022 ή 2023, δεν έχει σημασία, ο Μητσοτάκης ανοίξει παράθυρο εκλογών, τα λαϊκά στρώματα, η μεσαία τάξη και η νεολαία θα… φεύγουν από τα παράθυρα, για να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ. Η πραγματικότητα όμως έδειξε, τουλάχιστον για την περσινή χρονιά, πως αυτή η φθινοπωρινή τρομοκράτηση της κοινωνίας, με τους κολασμένους και άγριους χειμώνες, απλώς συντήρησε τον ΣΥΡΙΖΑ σε μια πολιτική βαρυχειμωνιά. Αλλά μήπως και οι… καλοκαιρινές προβλέψεις για πρωτόγνωρες αρνητικές επιπτώσεις στη λαϊκή αποδοχή της κυβέρνησης και στη δημοτικότητα του πρωθυπουργού, που θα είχαν οι καταστροφικές πυρκαγιές και το κύμα των αντιεμβολιαστών, δεν έπεσαν στον κενό, αν κρίνουμε από τις φθινοπωρινές δημοσκοπήσεις;

Κανονικά, βέβαια, η κυβέρνηση πρέπει «ν’ ανάβει λαμπάδα» κάθε πρωί στο μπόι του κ. Τσίπρα, αφού μέσα στις ατυχίες της (στο πρώτο εξάμηνο της θητείας της έτυχε ο Έβρος, στη συνέχεια μια πανδημία πλανητικών διαστάσεων, μετά οι πυρκαγιές και στον απόηχό τους η διεθνής ακρίβεια) έχει και την… ευτυχία να έχει ως αξιωματική αντιπολίτευση τον ΣΥΡΙΖΑ. Η «πρώτη φορά Αριστερά» ως αντιπολίτευση όχι μόνον δεν έχει κατορθώσει να πείσει ότι διδάχτηκε από τα λάθη της. Όχι μόνον δεν έχει κερδίσει με τα υποτιθέμενα ανοίγματα του κ. Τσίπρα την Κεντροαριστερά. Όχι μόνον δεν έχει επιλέξει τους τομείς που θα αντιπολιτευθεί σύμφωνα με τις δικές του ιδεολογικές, πολιτικές αρχές και προγραμματικές κατευθύνσεις, αλλά εξακολουθεί να παραμένει στην εποχή των «αγανακτισμένων» και να ασκεί λαϊκίστικη, διχαστική πολιτική.

Το ότι δεν είναι μόνον ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και η ελάσσων αντιπολίτευση, που εξακολουθεί να βρίσκεται αλλού, είναι μια άλλη «πονεμένη ιστορία», που αφορά περισσότερο αυτούς που ασκούν αυτή την πολιτική και όχι τον Μητσοτάκη και την κυβέρνησή του. Αφορά όμως την ίδια τη χώρα το είδος της αντιπολίτευσης που ασκείται σήμερα. Είναι κοινός τόπος, βέβαια, να υπενθυμίζει κανείς ότι η σκληρή αλλά σοβαρή αντιπολίτευση υποβοηθά μια κυβέρνηση να γίνει καλύτερη, και δι’ αυτής της αλληλεπίδρασης, ωφελείται η χώρα. Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται σε «βέρτιγκο». Δεν υπάρχει κεντρική γραμμή, δεν υπάρχουν επεξεργασμένα επιχειρήματα με βάση τις εξελίξεις, δεν υπάρχει ενιαία άποψη. Υπάρχει ένα σκορποχώρι όπου ο καθένας λέει ό,τι του κατέβει. Χαρακτηριστικό οι όσες «κριτικές», διανθισμένες με fake news, ακούσαμε φέτος, για τα όσα είπε στη ΔΕΘ ο πρωθυπουργός.

Από αυτή την αντιπολίτευση όμως, που πληκτικά επαναλαμβάνεται από «φθινόπωρο» σε «φθινόπωρο με το ίδιο μοτίβο και δεν εκπέμπει εικόνα κυβερνησιμότητας, δεν έχει να φοβάται η κυβέρνηση. Από τον εαυτό της μόνο έχει να φοβάται.

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο