Συνήθως, μία συγκυρία κατά την οποία τα πάντα, από τα καύσιμα έως το λάδι και από τον καφέ μέχρι το χαρτί κουζίνας, έχουν ακριβύνει πολύ, ευνοεί την εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση. Άλλωστε, οι ψηφοφόροι δηλώνουν σε όλες τις μετρήσεις το αυτονόητο, ότι δηλαδή το πρώτο κριτήριό τους για τη διαμόρφωση των πολιτικών τους επιλογών στον δρόμο προς την κάλπη θα είναι η ακρίβεια στα ράφια.

Όμως στην Ελλάδα του 2023, με πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη και κυβέρνηση τη ΝΔ, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Σε όλες τις μετρήσεις των δημοσκοπήσεων η διαφορά μεταξύ της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει σταθερή, αν όχι και αυξάνεται. Οι συσπειρώσεις των δύο κομμάτων είναι σχετικά υψηλές, αλλά της ΝΔ ελαφρά υψηλότερη.

Πώς εξηγείται αυτό; Προφανώς, η απάντηση δεν μπορεί να είναι μονοσήμαντη. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για τα προσωπικά χαρακτηριστικά του πρωθυπουργού σε σχέση με εκείνα του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Θα μπορούσε να βάλει στη ζυγαριά την αντιμετώπιση της τριπλής κρίσης από την κυβέρνηση – πανδημία, ελληνοτουρκικά, «πολεμικός» πληθωρισμός. Αλλά δεν αρκούν αυτά για να εξηγήσουν το πώς μία κυβέρνηση που έχει τη φθορά της διακυβέρνησης σχεδόν τεσσάρων χρόνων συνεχίζει να διατηρεί μία πολύ μεγάλη δημοσκοπική διαφορά.

Συνήθως, τέτοιες απαντήσεις αναζητούνται στα χαρίσματα εκείνου που προηγείται, αλλά και στις αδυναμίες εκείνου που έπεται. Και στα μάτια των ψηφοφόρων, η μεγαλύτερη αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ είναι το κυβερνητικό του παρελθόν. Στο οποίο τώρα προστίθεται και το…θεσμικό του παρόν.

Ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι ο υποψήφιος πρωθυπουργός του 2015, που μπορούσε να καλλιεργεί προσδοκίες του τύπου «το ένα δέκατο ας κάνει από όσα υπόσχεται και όλα θα αλλάξουν». Ο ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε, την τετραετία που πέρασε από την ήττα του στις εθνικές εκλογές, να ασχοληθεί με τα λάθη της διακυβέρνησής του. Θα έλεγε κανείς ότι αρκέστηκε στο να αλλάξει το «αντιμνημονιακό μέτωπο» με την «προοδευτική διακυβέρνηση», θεωρώντας ότι όλοι οι υπόλοιποι θα έσπευδαν να πάρουν μία θέση κάτω από την ομπρέλα του Αλέξη Τσίπρα. Όμως, οι δεσμεύσεις που αναλαμβάνει ενόψει των εκλογών εξακολουθούν να είναι τύπου 2015 – οι περισσότερες έχουν να κάνουν με το «ξήλωμα» νόμων της ΝΔ και όχι με κάτι που δημιουργεί θετικές προσδοκίες.

Υπάρχει και το ζήτημα της κοινής λογικής: Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέει στη Βουλή ότι δεν μπορεί να μην αναγνωρίσει ένα «ισχυρό πολιτικό ένστικτο» στον Αλέξη Τσίπρα, πώς είναι δυνατόν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης να απαντά με χαρακτηρισμούς, όπως «επικίνδυνος» και άτομο «μειωμένης αντιληπτικής ικανότητας»;

Οκτώ χρόνια μετά και ο ΣΥΡΙΖΑ επανέρχεται σε πολιτικές και τσιτάτα μιας τελείως διαφορετικής εποχής, που όλοι ελπίζουμε ότι έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αλήθεια πιστεύει ότι οι πολίτες θα τον επιβραβεύσουν με την ψήφο τους για όλα αυτά, συν του ότι κήρυξε τον… ανένδοτο της εκτροπής;

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο