Η εξέλιξη της ιστορίας των Τεμπών, όπως έδειξε και η πρόταση δυσπιστίας που υπέβαλε το ΠΑΣΟΚ και στήριξαν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης,ξεπερνά πλέον τα Τέμπη αυτά καθ’ αυτά.Και με τα όσα ακούστηκαν στη Βουλή (από την αντιπολίτευση)κατά τη συζήτηση επί της προτάσεως δυσπιστίας, το παιχνίδι δείχνει να μεγαλώνει και να αγριεύει.

Άρχισε τώρα να παίζεται –με πρόσχημα τα Τέμπη,την απόδοση ευθυνών και την εμπλοκή επιχειρηματικών συμφερόντων, κατά πως υποστηρίζει η κυβέρνηση– το θέμα της πολιτικής εξουσίας στη χώρα. Το είχε «προαναγγείλει» ο ίδιος ο πρωθυπουργός με την ομιλία του στο προσυνέδριο της ΝΔ στη Θεσσαλονίκη πριν από περίπου ένα μήνα,όταν έκανε αναφορά σε προσπάθεια αποσταθεροποίησης της χώρας, κατηγορώντας, εμμέσως πλην σαφώς, το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ. Και τώρα, στον δρόμο προς τις ευρωεκλογές, τα Τέμπη, όπως εξελίχθηκαν και με την πρόταση δυσπιστίας,εγκυμονούν ίσως πολιτικές εξελίξεις, αποτέλεσμα…απρόσμενων δημοσιογραφικών «αποκαλύψεων». Δημοσιογραφικών «αποκαλύψεων», που έδωσαν ζωή σε μια ανύπαρκτη αντιπολίτευση, η οποία μέχρι χθες κατήγγειλε και μάλιστα στην Ευρώπη ότι ο Τύπος στην Ελλάδα είναι σιδηροδέσμιος…

Βέβαια, το πρόβλημα στη χώρα μας δεν είναι πως έχουμε μια παρωδία αντιπολίτευσης, αλλά το γεγονός πως διάφοροι «κύκλοι» προετοιμάζουν το κλίμα για μία επανάληψη των πλατειών της «αγανάκτησης», αυτήν τη φορά με αφορμή την τραγωδία στα Τέμπη.

Λάδι στη φωτιά έριξε το δημοσίευμα κυριακάτικης εφημερίδας, από το οποίο δεν μάθαμε κάτι καινούργιο.Τους διαλόγους, όμως, που περιγράφονταν και που δεν αφορούσαν το συγκεκριμένο μοιραίο δρομολόγιο, τους γνωρίζαμε ήδη από πέρσι.

Το δημοσίευμα περί «μονταζιέρας» ήταν το μέσο. Ήταν και το μήνυμα για τηνπρόκληση πολιτικής αναταραχής. Και όπως έδειξε (και δείχνει) η τακτική των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης, δεν τους ενδιαφέρει η αλήθεια για τις συνθήκες που οδήγησαν στην εθνική τραγωδία των Τεμπών. Ούτε η απόδοση των ευθυνών, όπως ορίζει η Δικαιοσύνη, η οποία ήδη έχει αποφασίσει την παραπομπή 34 υπευθύνων για το δυστύχημασε δίκη. Τους ενδιαφέρει το πολιτικό αποτέλεσμα που μπορεί να επιφέρει στην κάλπη των ευρωεκλογών, όπου κρίνεται το δικό τους πολιτικό παρόν και μέλλον.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης «στοίχισε» τώρα το κόμμα του–που κάποτε όρθωσε ανάστημα μπροστά στις ορδές των λαϊκιστών και των αντι-Ευρωπαίων προκειμένου να μην πέσει η χώρα στον Καιάδα– μπροστά από τους εκφραστές του αριστερού και του δεξιού «τραμπισμού».Ζήτησε τη συνδρομή του Στ. Κασσελάκη και του Κυρ. Βελόπουλου να μαζέψει υπογραφές για την πρόταση μομφής. Ζήτησε δηλαδή να ενώσουν σε ένα κοινό οπλοστάσιο όλες τις θεωρίες περί συγκάλυψης, χωρίς να στοιχειοθετούν τη συγκάλυψη, και να επιχειρήσουν να φυτέψουν βαθύτερα τον σπόρο αμφισβήτησης των θεσμών και των εκλογικών διαδικασιών.

Ο Κασσελάκης, προθυμότατος και εν τη… ασχετοσύνη του, το είπε ευθέως. Να φύγει ο Μητσοτάκης τώρα και να γίνουν εκλογές με ξένους παρατηρητές, λες και ζούμε στο Βόρνεο ή στην Μπουρκίνα Φάσο.

Βέβαια, για να λέμε και «του στραβού το δίκιο», δουλειά της αντιπολίτευσης είναι να ασκεί κριτική στην κυβέρνηση, έτσι ώστε να την εξαναγκάσει να κάνει καλά τη δουλειά της. Από την άποψη αυτή, ουδείς ψόγος για την υποβολή πρότασης μομφής. Όμως θα περίμενε κανείς η σχετική συζήτηση στη Βουλή να διεξαγόταν όχι για τη «μονταζιέρα» αλλά γύρω από την «ταμπακιέρα», δηλαδή για τα πραγματικά προβλήματα των ελληνικών σιδηροδρόμων και τις γνωστές παθογένειες που μας έχουν οδηγήσει σε ένα παραλυμένο και δυσλειτουργικό κράτος.Και βεβαίως για την τραγωδία των Τεμπών και για τις όποιες ευθύνες, παραλείψεις ή λάθη έχει διαπράξει(και έχει διαπράξει) η κυβέρνηση και όχι για τις θεωρίες συνωμοσίας, τα ψεύδη και τα fakenews που έχουν αναπτυχθεί.

Το πρόβλημα στην υπόθεση των Τεμπών είναι ότι και η αντιπολίτευση δεν θέλησε να μπει στην ουσία της υπόθεσης. Ακριβώς επειδή κι εκείνη απέφυγε να δυσαρεστήσει το ακροατήριό της, υιοθετώντας ό,τι (δικαιολογημένα) παρήγαγε το συναίσθημα και όχι η λογική.Στην προκειμένη περίπτωση, καθαρά πολιτικά, βεβαίως τα συμφέροντα των κομμάτων της αντιπολίτευσης, στον δρόμο προς τις ευρωεκλογές και ενόσω βλέπουν τις δημοσκοπήσεις.Όμως, όσο πιο τυφλά αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τα συμφέροντα της κοινωνίας και της χώρας, τόσο ενισχύουν την ενότητα του κυβερνώντος κόμματος και ενδυναμώνουν την αντίληψη στους ψηφοφόρους ότι έχουν μείνει χωρίς άλλη επιλογή, από τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Κοντολογίς, με αυτή την παρωδία αντιπολίτευσης θα πορευτούμε τόσο μέχρι τις ευρωεκλογές, όσο και μέχρι τις εθνικές εκλογές, οψέποτε αυτές προκηρυχθούν. Η χώρα πρέπει να προχωρήσει μπροστά, να επιταχύνει τις μεταρρυθμίσεις, να ενισχύσει τις διεθνείς συμμαχίες της σε ένα ρευστό και εκρηκτικό διεθνές περιβάλλον, να ασχοληθεί με την προσέλκυση επενδύσεων σοβαρών και παραγωγικών.

Η ενασχόληση με τα καπρίτσια πολιτικών αρχηγών, κυρίως του απολιτίκ αρχηγού του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι οποίοι, διαπιστώνοντας πως δεν εμπνέουν και δεν συνεγείρουν τους πολίτες, επιστρέφουν σε παλιές, αλλά καταδικασμένες πρακτικές του λαϊκισμού, είναι άχαρη και αντιπαραγωγική. Ωστόσο, η κυβέρνηση οφείλει να τους απαντήσει επί της ουσίας, κόβοντας τον δρόμο σε εκείνους που ονειρεύονται πλατείες «αγανακτισμένων» και «λαϊκά δικαστήρια».

 

του Φώτη Σιούμπουρα

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παρασκήνιο