Λόγω της φοροδιαφυγής, ο μέσος μισθωτός στην Ελλάδα πληρώνει μεγαλύτερο φόρο ετησίως στο κράτος από το 85% των ελευθέρων επαγγελματιών που δηλώνουν εισοδήματα αμιγώς από το ελεύθερο επάγγελμα, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της ΑΑΔΕ και του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, που παρουσιάζει το υπουργείο Εθνικής Οικονομιας και Οικονομικών.
Ακόμη, λόγω του προβλήματος της φοροδιαφυγής, η συνεισφορά των ελευθέρων επαγγελματιών στην Ελλάδα στον προϋπολογισμό είναι το 2,1% των εσόδων, ενώ στην ΕΕ και την ευρωζώνη το 5,2%.

Πιο αναλυτικά:

Στοιχεία ΑΑΔΕ

Σύμφωνα με τα στατιστικά της ΑΑΔΕ και του ΓΛΚ, το 71% των ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνει εισόδημα χαμηλότερο από τον κατώτατο μισθό.

Επιπλέον:

– Από τους 750.000 χιλιάδες ελεύθερους επαγγελματίες, οι 500.000 περίπου χιλιάδες έχουν εισοδήματα μόνο από την άσκηση ελεύθερου επαγγέλματος ενώ οι 250.000 έχουν εισοδήματα και από μισθούς / συντάξεις. Το 54% των αμιγώς ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνουν μηδενικό εισόδημα, ενώ το 85% αυτών δηλώνει ετήσιο εισόδημα κάτω από τις 10 χιλιάδες ευρώ. Ο μέσος φόρος εισοδήματος που εισπράττει το κράτος από αυτό το 85% των ελευθέρων επαγγελματιών – δηλαδή 425.000 ελ. επαγγελματίες – είναι 217 ευρώ ετησίως, ποσό που ανεβαίνει στα 867 ευρώ με το τέλος επιτηδεύματος.

Από την άλλη πλευρά, το μέσο φορολογητέο εισόδημα για 3,5 εκατομμύρια μισθωτούς είναι 12.300 ευρώ ετησίως, και ο μέσος φόρος που καλούνται να καταβάλλουν είναι 1.160 ευρώ. Αντίστοιχα οι συνταξιούχοι πληρώνουν κατά μέσο όρο 847 ευρώ φόρο εισοδήματος.

– Το 37 % των αυτοαπασχολούμενων (272.000) πληρώνουν μηδενικό φόρο εισοδήματος. Από αυτούς οι 75.000 (10%) δεν πληρώνουν ούτε το τέλος επιτηδεύματος, άρα έχουν μηδενική συμμετοχή στα άμεσα φορολογικά έσοδα και οι υπόλοιποι 197.000 (27% του συνόλου) πληρώνουν μόνο το τέλος επιτηδεύματος.

– Είναι ενδεικτικό ότι 21.000 ελεύθεροι επαγγελματίες δηλώνουν εισοδήματα χαμηλότερα από τα όρια του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (2.400 ευρώ για μονοπρόσωπο νοικοκυριό, 3.600 ευρώ για ζευγάρι κ.λπ.) και έτσι τελικά εισπράττουν μηνιαίως τουλάχιστον 200 ευρώ μέσω του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος.

– Το 4% των αυτοαπασχολούμενων πληρώνει το 50% των φόρων στη συγκεκριμένη κατηγορία φορολογούμενων. Δηλαδή όσοι ελεύθεροι επαγγελματίες δηλώνουν κανονικά τα εισοδήματά τους, σηκώνουν δυσανάλογα μεγάλο βάρος στις πλάτες τους. Αυτό σημαίνει πως αν διαιωνιστεί το σημερινό σύστημα, ενισχύει και τις αδικίες μέσα στους ίδιους τους ελεύθερους επαγγελματίες.

Ευρωπαϊκή Επιτροπή:

– Και πάλι λόγω του προβλήματος της φοροδιαφυγής, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη φορολογία (https://taxation-customs.ec.europa.eu/taxation-1/economic-analysis-taxation/data-taxation-trends_en) τα έσοδα από τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών το 2021 αντιστοιχούσαν στο 0,8% του ΑΕΠ έναντι 2,1 % που είναι ο μέσος όρος στην ΕΕ.
Επιπλέον, η φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών στη χώρα μας αντιστοιχεί στο 2,1% των συνολικών φορολογικών εσόδων έναντι 5,2% στην ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει ότι το ελληνικό Δημόσιο εισπράττει από τους επαγγελματίες λιγότερα από τα μισά σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
-Αν συνυπολογίσουμε το γεγονός ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες στην Ελλάδα σε αναλογία με τους απασχολούμενους είναι πολύ περισσότεροι σε σχέση με την ΕΕ (η συμμετοχή των ελεύθερων επαγγελματιών στην Ελλάδα είναι 27%, υπερδιπλάσια σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 13%), η εικόνα για τη χώρα μας επιδεινώνεται.

Ουσιαστικά, το ελληνικό κράτος εισπράττει από τους ελεύθερους επαγγελματίες το ένα τέταρτο του φόρου εισοδήματος που εισπράττουν οι άλλες χώρες – μέλη της ΕΕ από τη συγκεκριμένη ομάδα φορολογουμένων.

Με τη μεταρρύθμιση της φορολογίας των ελεύθερων επαγγελματιών, τα έσοδα του Δημοσίου από τη φορολογία των ελεύθερων επαγγελματιών θα διαμορφωθούν στο 1,1-1,2% του ΑΕΠ, από 0,8% που είναι σήμερα. Δηλαδή με την εφαρμογή των προβλέψεων του νομοσχεδίου τα έσοδα του κράτος αυξάνονται χωρίς σε καμία περίπτωση η συνεισφορά των ελεύθερων επαγγελματιών να πλησιάζει το 2,1% του ΑΕΠ που είναι ο μέσος όρος της ΕΕ.

Σήμερα το 47% των ελεύθερων επαγγελματιών πληρώνει φόρο έως 1.000 ευρώ το χρόνο και το 27% πληρώνει από 1.000-3.000 ευρώ. Με το νέο σύστημα η κατάσταση αλλάζει: μέχρι 1.000 ευρώ θα πληρώνει το 17% και το 54% (διπλάσιοι σε σχέση με πριν) θα πληρώνουν 1.000-3.000 ευρώ. Επομένως όσοι δεν πλήρωναν τίποτα ή πλήρωναν ελάχιστα σε σχέση με τα εισοδήματά τους, θα πληρώνουν αυτά που τους αναλογούν.

Από την πλευρά του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών επισημαίνεται ότι πρέπει να αποφασίσουμε ως κοινωνία αν μας εκφράζει το σημερινό σύστημα που είναι κατάφωρα άδικο, ή θέλουμε να το διορθώσουμε στην κατεύθυνση ενός πιο δίκαιου συστήματος για τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους μισθωτούς, τους συνταξιούχους αλλά και τους ίδιους τους ελεύθερους επαγγελματίες μεταξύ τους.

Βασικός κανόνας του νέου συστήματος είναι ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι δεν μπορεί πλέον να φορολογούνται για εισόδημα κατώτερο από εκείνο του μισθωτού που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Δηλαδή τα ποσά που υποχρεωτικά θα δηλώνουν πλέον ως έσοδα δεν μπορεί να υπολείπονται των 10.920 ευρώ/έτος (με ορισμένες εξαιρέσεις που αναλύονται παρακάτω), όσα δηλαδή δηλώνει και ο μισθωτός που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Θεσπίζεται επομένως το τεκμήριο της ελάχιστης αμοιβής το οποίο και αντανακλά την ελάχιστη αξία της προσωπικής εργασίας του αυτοαπασχολούμενου στην επιχείρησή του.

Το τεκμήριο της ελάχιστης αμοιβής είναι μαχητό. Δηλαδή μπορεί να αμφισβητηθεί από τον φορολογούμενο εφόσον μπορεί να αποδείξει με βάση πραγματικά στοιχεία (λόγοι ανωτέρας βίας, στρατιωτική θητεία, νοσηλεία, κ.λπ.) ότι τα κέρδη του ήταν λιγότερα.

Για λόγους φορολογικής δικαιοσύνης προβλέπεται μείωση της ελάχιστης αμοιβής σε αρκετές περιπτώσεις. Για παράδειγμα στους ελεύθερους επαγγελματίες με αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80% (μείωση 50%) και σε εκείνους που ασκούν δραστηριότητα και έχουν την κύρια κατοικία τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 3.100 κατοίκους (επίσης μείωση 50%). Τονίζεται ότι σε επαγγελματίες με νεοσύστατη επιχειρηματική δραστηριότητα παρέχεται πλήρης απαλλαγή από το νέο σύστημα για τα τρία πρώτα χρόνια, μείωση κατά 67% τον τέταρτο και 33% τον πέμπτο.

Το νομοσχέδιο προβλέπει αύξηση του τεκμηρίου της ελάχιστης αμοιβής σε συνάρτηση με τον τζίρο, τον αριθμό των υπαλλήλων και την παλαιότητα της δραστηριότητας.